Книга Екклесиаста

Εκκλησιαστής

1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12

 

Εκκλησιαστής Κεφ. 1

1. Λόγια τού Εκκλησιαστή, γιου του Δαβίδ, βασιλιά στην Ιερουσαλήμ.

2. Ματαιότητα ματαιοτήτων, είπε ο Εκκλησιαστής· ματαιότητα ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότητα.

3. Ποια είναι η ωφέλεια στον άνθρωπο από κάθε μόχθο του, που μοχθεί κάτω από τον ήλιο;

4. Γενεά πηγαίνει, και γενεά έρχεται· η γη, όμως, παραμένει στον αιώνα.

5. Και ο ήλιος ανατέλλει, και ο ήλιος δύει· και σπεύδει στον τόπο απ' όπου ανέτειλε.

6. Ο άνεμος πηγαίνει προς τον νότο, και επιστρέφει προς τον βορρά· ο άνεμος, περιστρεφόμενος, πηγαίνει ακατάπαυστα, κι επάνω στους κύκλους του ο άνεμος επανέρχεται.

7. Όλοι οι ποταμοί πηγαίνουν στη θάλασσα, και η θάλασσα ποτέ δεν γεμίζει· στον τόπο όπου ρέουν οι ποταμοί, εκεί επιστρέφουν πάλι για να ξανακυλήσουν.

8. Όλα τα πράγματα είναι με κόπο· ο άνθρωπος δεν μπορεί αυτό να το εκφράσει· το μάτι δεν χορταίνει βλέποντας, και το αυτί δεν γεμίζει ακούγοντας.

9. Ό,τι έγινε, αυτό θα γίνει ξανά· και ό,τι συνέβηκε, αυτό θα συμβεί ξανά· και δεν είναι τίποτε καινούργιο κάτω από τον ήλιο.

10. Υπάρχει ένα πράγμα, για το οποίο κάποιος μπορεί να πει: Δες, αυτό είναι καινούργιο; Αυτό έχει ήδη γίνει, στους αιώνες που υπήρξαν πριν από μας.

11. Δεν υπάρχει ανάμνηση εκείνων που έχουν γίνει ούτε θα υπάρχει ανάμνηση όσων θα γίνουν ύστερα απ' αυτά, σ' εκείνους που πρόκειται να υπάρξουν έπειτα.

12. ΕΓΩ ο Εκκλησιαστής στάθηκα βασιλιάς επάνω στον Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ·

13. και έδωσα την καρδιά μου στο να εκζητήσω και να ερευνήσω διαμέσου τής σοφίας για όλα όσα γίνονται κάτω από τον ουρανό· αυτόν τον οχληρό περισπασμό έδωσε ο Θεός στους γιους των ανθρώπων, για να μοχθούν μέσα σ' αυτόν.

14. Είδα όλα τα έργα που γίνονται κάτω από τον ήλιο, και πρόσεξε, όλα είναι ματαιότητα, και θλίψη
πνεύματος.

15. Το στρεβλό δεν μπορεί να γίνει ίσιο, και οι ελλείψεις δεν μπορούν να απαριθμηθούν.

16. Εγώ μίλησα μέσα στην καρδιά μου, λέγοντας: Δες, εγώ μεγαλύνθηκα και αυξήθηκα σε σοφία, περισσότερο από όλους όσους υπήρξαν πριν από μένα στην Ιερουσαλήμ, και η καρδιά μου απόλαυσε πολλή σοφία
και γνώση.

17. Και έδωσα την καρδιά μου στο να γνωρίσει σοφία, και στο να γνωρίσει ανοησία, και αφροσύνη· όμως, γνώρισα ότι και τούτο είναι θλίψη πνεύματος.

18. Επειδή, σε πολλή σοφία υπάρχει πολλή λύπη· και όποιος προσθέτει γνώση, προσθέτει πόνο.

Глава 1

1. Слова Екклесиаста, сына Давидова, царя в Иерусалиме.

2. Суета сует, сказал Екклесиаст, суета сует, - все суета!

3. Что пользы человеку от всех трудов его, которыми трудится он под солнцем?

4. Род проходит, и род приходит, а земля пребывает во веки.

5. Восходит солнце, и заходит солнце, и спешит к месту своему, где оно восходит.

6. Идет ветер к югу, и переходит к северу, кружится, кружится на ходу своем, и возвращается ветер на круги свои.
.

7. Все реки текут в море, но море не переполняется: к тому месту, откуда реки текут, они возвращаются, чтобы опять течь.

8. Все вещи - в труде: не может человек пересказать всего; не насытится око зрением, не наполнится ухо слушанием.

9. Что было, то и будет; и что делалось, то и будет делаться, и нет ничего нового под солнцем.
.

10. Бывает нечто, о чем говорят: смотри, вот это новое; но это было уже в веках, бывших прежде
нас.

11. Нет памяти о прежнем; да и о том,
что будет, не останется памяти у тех, которые
будут после.

12. Я, Екклесиаст, был царем над Израилем в
Иерусалиме;

13. и предал я сердце мое тому, чтобы исследовать и испытать мудростью все, что делается под небом: это тяжелое занятие дал Бог сынам человеческим, чтобы они упражнялись в нем.
.

14. Видел я все дела, какие делаются под солнцем, и вот, все - суета и томление духа!
.

15. Кривое не может сделаться прямым, и чего нет, того нельзя считать.

16. Говорил я с сердцем моим так: вот, я возвеличился и приобрел мудрости больше всех, которые были прежде меня над Иерусалимом, и сердце мое видело много мудрости и знания.
.

17. И предал я сердце мое тому, чтобы познать мудрость и познать безумие и глупость: узнал, что и это - томление духа;

18. потому что во многой мудрости много печали; и кто умножает познания, умножает скорбь.

 

 

Εκκλησιαστής Κεφ. 2

1. Εγώ είπα μέσα στην καρδιά μου: Έλα τώρα να σε δοκιμάσω με ευφροσύνη, και εντρύφα σε αγαθά· και να, και τούτο ματαιότητα. 

2. Είπα για το γέλιο: Είναι μωρία· και για τη χαρά: Τι ωφελεί αυτή; 

3. Σκέφθηκα μέσα στην καρδιά μου, να ευφραίνω τη σάρκα μου με κρασί, ενώ η καρδιά μου ασχολείτο ακόμα με τη σοφία· και να κρατήσω τη μωρία, μέχρις ότου δω τι είναι το αγαθό στους γιους των ανθρώπων, για να το πράττουν κάτω από τον ουρανό όλες τις ημέρες τής ζωής τους. 

4. Έκανα μεγάλα πράγματα για τον εαυτό μου· έκτισα για τον εαυτό μου σπίτια· φύτεψα για τον εαυτό μου
αμπελώνες. 

5. Έκανα για τον εαυτό μου κήπους και πάρκα, και φύτεψα σ' αυτά κάθε είδος καρποφόρα δέντρα. 

6. Έκανα για τον εαυτό μου δεξαμενές νερών, ώστε απ' αυτές να ποτίζω το άλσος, που ήταν κατάφυτο
από δέντρα. 

7. Απέκτησα δούλους και δούλες, και είχα δούλους που γεννήθηκαν μέσα στο σπίτι μου· ακόμα, απέκτησα αγέλες και κοπάδια περισσότερα από όλους εκείνους που υπήρξαν πριν από μένα στην Ιερουσαλήμ. 

8. Συγκέντρωσα στον εαυτό μου και ασήμι και χρυσάφι, και εκλεκτά κειμήλια βασιλιάδων και τόπων· απέκτησα για τον εαυτό μου τραγουδιστές και τραγουδίστριες, και τα εντρυφήματα των γιων των ανθρώπων, κάθε είδος από παλλακίδες. 

9. Και μεγαλύνθηκα και αυξήθηκα περισσότερο από όλους εκείνους που υπήρξαν πριν από μένα στην Ιερουσαλήμ· και η σοφία μου έμενε μέσα μου. 

10. Και κάθε τι που ζήτησαν τα μάτια μου, δεν το αρνήθηκα σ' αυτά· δεν εμπόδισα την καρδιά μου από κάθε ευφροσύνη, επειδή η καρδιά μου ευφραινόταν σε όλους τούς μόχθους μου· κι αυτό ήταν η μερίδα μου από ολόκληρο τον μόχθο μου. 

11. Και εγώ παρατήρησα σε όλα τα έργα μου, που έκαναν τα χέρια μου, και σε κάθε μόχθο που μόχθησα, και δες, τα πάντα ματαιότητα, και θλίψη πνεύματος, και κανένα όφελος κάτω από τον ήλιο. 

12. Και εγώ στράφηκα για να παρατηρήσω τη σοφία, και τη μωρία, και την αφροσύνη· επειδή, τι πρόκειται να κάνει ένας άνθρωπος που θάρθει μετά τον βασιλιά; Ό,τι εγώ έκανα ήδη. 

13. Κι εγώ είδα ότι η σοφία υπερέχει από την αφροσύνη, όπως το φως υπερέχει από
το σκοτάδι. 

14. Τα μάτια τού σοφού είναι επάνω στο κεφάλι του, ενώ ο άφρονας περπατάει μέσα στο σκοτάδι· όμως, εγώ γνώρισα επιπλέον ότι ένα συνάντημα θα συναντήσει όλους αυτούς. 

15. Γι' αυτό, εγώ είπα μέσα στην καρδιά μου: Όπως συμβαίνει στον άφρονα, έτσι θα συμβεί και σε μένα· γιατί, λοιπόν, εγώ να γίνω σοφότερος; Γι' αυτό, έβγαλα ξανά το συμπέρασμα στην καρδιά μου, ότι και τούτο είναι ματαιότητα. 

16. Επειδή, δεν θα μένει για πάντα η ανάμνηση του σοφού ούτε του άφρονα· μια που, στις επερχόμενες ημέρες όλα πλέον θα λησμονηθούν. Και πώς θα πεθάνει ο σοφός μαζί με τον άφρονα; 

17. Γι' αυτό, μίσησα τη ζωή, επειδή τα έργα που γίνονται κάτω από τον ήλιο μού φάνηκαν γεμάτα μόχθο· επειδή, τα πάντα είναι ματαιότητα και θλίψη
πνεύματος. 

18. Επιπλέον, εγώ μίσησα ολόκληρο τον μόχθο μου, που είχα μοχθήσει κάτω από τον ήλιο· επειδή, τον αφήνω στον άνθρωπο που θα σταθεί ύστερα από
μένα. 

19. Και ποιος γνωρίζει αν θα είναι σοφός ή άφρονας; Και όμως, θα εξουσιάσει επάνω σε ολόκληρο τον μόχθο μου που μόχθησα, και στον οποίο έδειξα τη σοφία μου κάτω από τον ήλιο· ματαιότητα και τούτο. 

20. Γι' αυτό, αφού εγώ στράφηκα, απέλπισα την καρδιά μου, για ολόκληρο τον μόχθο μου που μόχθησα κάτω από τον ήλιο. 

21. Επειδή, υπάρχει άνθρωπος του οποίου ο μόχθος στάθηκε με σοφία και γνώση, και με ορθότητα· και, όμως, τον αφήνει σε άλλον για μερίδα του, που δεν κοπίασε σ' αυτόν· κι αυτό είναι ματαιότητα, και μεγάλο
κακό. 

22. Επειδή, ποια η ωφέλεια στον άνθρωπο από ολόκληρο τον μόχθο του, και από τη θλίψη τής καρδιάς του, στα οποία μοχθεί κάτω από τον ήλιο; 

23. Επειδή, όλες οι ημέρες του είναι πόνος, και οι μόχθοι του λύπη· και τη νύχτα ακόμα η καρδιά του δεν κοιμάται· κι αυτό είναι ματαιότητα. 

24. Δεν είναι αγαθό στον άνθρωπο να τρώει, και να πίνει, και να κάνει την ψυχή του να απολαμβάνει καλό από τον μόχθο του; Και τούτο εγώ το είδα, ότι είναι από το χέρι τού Θεού. 

25. Επειδή, ποιος θα φάει και ποιος θα εντρυφήσει περισσότερο από μένα; 

26. Δεδομένου ότι, ο Θεός, στον άνθρωπο που είναι αρεστός μπροστά του, δίνει σοφία, και γνώση, και χαρά· στον αμαρτωλό, όμως, δίνει περισπασμό, στο να προσθέτει και να επισωρεύει, για να τα δώσει στον αρεστόν μπροστά του· κι αυτό είναι ματαιότητα, και θλίψη πνεύματος.

 

Глава 2

1. Сказал я в сердце моем: дай, испытаю я тебя весельем, и насладись добром; но и это - суета!
.

2. О смехе сказал я: глупость!, а о веселье: что оно
делает?

3. Вздумал я в сердце моем услаждать вином тело мое и, между тем, как сердце мое руководилось мудростью, придержаться и глупости, доколе не увижу, что хорошо для сынов человеческих, что должны были бы они делать под небом в немногие дни жизни своей.

4. Я предпринял большие дела: построил себе домы, посадил себе виноградники,
.

5. устроил себе сады и рощи и насадил в них всякие плодовитые дерева;

6. сделал себе водоемы для орошения из них рощей, произращающих деревья;
.

7. приобрел себе слуг и служанок, и домочадцы были у меня; также крупного и мелкого скота было у меня больше, нежели у всех, бывших прежде меня в Иерусалиме;

8. собрал себе серебра и золота и драгоценностей от царей и областей; завел у себя певцов и певиц и услаждения сынов человеческих - разные музыкальные орудия.
.

9. И сделался я великим и богатым больше всех, бывших прежде меня в Иерусалиме; и мудрость моя пребыла со мною.

10. Чего бы глаза мои ни пожелали,
я не отказывал им, не возбранял сердцу моему никакого веселья, потому что сердце мое радовалось во всех трудах моих, и это было моею долею от всех трудов моих.

11. И оглянулся я на все дела мои, которые сделали руки мои, и на труд, которым трудился я, делая их: и вот, все - суета и томление духа, и нет от них пользы под солнцем!

12. И обратился я, чтобы взглянуть на мудрость и безумие и глупость: ибо что может сделать человек после царя сверх того, что уже сделано?
.

13. И увидел я, что преимущество мудрости перед глупостью такое же, как преимущество света перед
тьмою:

14. у мудрого глаза его - в голове его, а глупый ходит во тьме; но узнал я, что одна участь постигает их всех.
.

15. И сказал я в сердце моем: и меня постигнет та же участь, как и глупого: к чему же я сделался очень мудрым? И сказал я в сердце моем, что и это
- суета;
.

16. потому что мудрого не будут помнить вечно, как и глупого; в грядущие дни все будет забыто, и увы! мудрый умирает наравне с глупым.
.

17. И возненавидел я жизнь, потому что противны стали мне дела, которые делаются под солнцем; ибо все - суета и томление духа!
.

18. И возненавидел я весь труд мой, которым трудился под солнцем, потому что должен оставить его человеку, который будет после меня.
.

19. И кто знает: мудрый ли будет он, или глупый? А он будет распоряжаться всем трудом моим, которым я трудился и которым показал себя мудрым под солнцем. И это - суета!

20. И обратился я, чтобы внушить сердцу моему отречься от всего труда, которым я трудился под
солнцем,

21. потому что иной человек трудится мудро, с знанием и успехом, и должен отдать все человеку, не трудившемуся в том, как бы часть его. И это - суета и зло великое!
.

22. Ибо что будет иметь человек от всего труда своего и заботы сердца своего, что трудится он под
солнцем?

23. Потому что все дни его - скорби, и его труды - беспокойство; даже и ночью сердце его не знает покоя. И это - суета!

24. Не во власти человека и то благо, чтобы есть и пить и услаждать душу свою от труда своего. Я увидел, что и это - от руки Божией;
.

25. потому что кто может есть и кто может наслаждаться без Него?

26. Ибо человеку, который добр пред лицем Его, Он дает мудрость и знание и радость; а грешнику дает заботу собирать и копить, чтобы после отдать доброму пред лицем Божиим. И это - суета и томление духа! 

 

 

 

 

Таблицы
спряжения
неправильных
глаголов
греческого языка